dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
εξάμηνο σπουδών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Studiensemester
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εξάμηνο σπουδών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Semester
Ⓦ
Ⓖ
…